Inefficiently in greek
Translation: inefficiently, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αναποτελεσματικά, ανεπαρκώς, αναποτελεσματική, αναποτελεσματικό, μη αποδοτικό
Other Languages
Related words: inefficiently
inefficiently language dictionary greek, inefficiently in greek
Translations
- inefficient in greek - αναποτελεσματικός
- inelastic in greek - ανελαστική, ανελαστικής, ανελαστικό, ανελαστικές, ανελαστικά
- inelasticity in greek - ανελαστικότητα, ανελαστικότητας, την ανελαστικότητα, την ανελαστικότητα της, ανελαστικότητα της
Random words
Inefficiently in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αναποτελεσματικά, ανεπαρκώς, αναποτελεσματική, αναποτελεσματικό, μη αποδοτικό
Translations: αναποτελεσματικά, ανεπαρκώς, αναποτελεσματική, αναποτελεσματικό, μη αποδοτικό