Inhibitor in greek
Translation: inhibitor, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αναστολέα, αναστολέας, αναστολέα της, αναστολέας της, αναστολέως
Other Languages
Related words: inhibitor
ace inhibitor, protease inhibitor, proton inhibitor, enzyme inhibitor, proton pump inhibitor, inhibitor language dictionary greek, inhibitor in greek
Translations
- inhibition in greek - αναστολή, παρεμπόδιση, αναστολής, η αναστολή, την αναστολή
- inhibitions in greek - αναστολές, τις αναστολές, αναστολών, παρεμποδίσεις, των αναστολών
- inhibitory in greek - ανασταλτική, ανασταλτικές, ανασταλτικό, ανασταλτικά, ανασταλτικής
- inhibits in greek - αναστέλλει, παρεμποδίζει, αναστέλλει την, αναστέλλει τη, να αναστέλλει
Random words
Inhibitor in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αναστολέα, αναστολέας, αναστολέα της, αναστολέας της, αναστολέως
Translations: αναστολέα, αναστολέας, αναστολέα της, αναστολέας της, αναστολέως