Inhibitory in greek
Translation: inhibitory, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ανασταλτική, ανασταλτικές, ανασταλτικό, ανασταλτικά, ανασταλτικής
Other Languages
Related words: inhibitory
excitatory, what is inhibitory, inhibitory neurotransmitters, neurotransmitters, inhibitory neurotransmitter, inhibitory language dictionary greek, inhibitory in greek
Translations
- inhibitions in greek - αναστολές, τις αναστολές, αναστολών, παρεμποδίσεις, των αναστολών
- inhibitor in greek - αναστολέα, αναστολέας, αναστολέα της, αναστολέας της, αναστολέως
- inhibits in greek - αναστέλλει, παρεμποδίζει, αναστέλλει την, αναστέλλει τη, να αναστέλλει
- inhomogeneous in greek - ανομοιογενή, ανομοιογενές, ανομοιογενής, ανομοιογενούς, ανομοιογενείς
Random words
Inhibitory in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ανασταλτική, ανασταλτικές, ανασταλτικό, ανασταλτικά, ανασταλτικής
Translations: ανασταλτική, ανασταλτικές, ανασταλτικό, ανασταλτικά, ανασταλτικής