Liberates in greek
Translation: liberates, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
απελευθερώνει, απελευθερώνει αλλά, κοινότητα απελευθερώνει αλλά, κοινότητα απελευθερώνει
Other Languages
Related words: liberates
love liberates, liberates language dictionary greek, liberates in greek
Translations
- liberating in greek - απελευθερωτική, απελευθερωτικό, απελευθερωτικού, λυτρωτικό, απελευθερωτικούς
- liberation in greek - χειραφέτηση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, την απελευθέρωση, απελευθερωτικό, απελευθερωτικού
Random words
Liberates in greek - Dictionary: english » greek
Translations: απελευθερώνει, απελευθερώνει αλλά, κοινότητα απελευθερώνει αλλά, κοινότητα απελευθερώνει
Translations: απελευθερώνει, απελευθερώνει αλλά, κοινότητα απελευθερώνει αλλά, κοινότητα απελευθερώνει