Metier in greek
Translation: metier, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
εξειδικευμένης αλιευτικής δραστηριότητας, εξειδικευμένη αλιευτική δραστηριότητα, εξειδικευμένων αλιευτικών δραστηριοτήτων, αντίστοιχης εξειδικευμένης αλιευτικής δραστηριότητας
Other Languages
Related words: metier
le metier, metier de beaute, metier definition, truex metier, metier sf, metier language dictionary greek, metier in greek
Translations
- meticulously in greek - σχολαστικά, προσεκτικά, επιμελώς, σχολαστική, σχολαστικότητα
- meticulousness in greek - σχολαστικότητα, σχολαστική, η σχολαστικότητα, σχολαστικότητας
- metonymy in greek - μετωνυμία, μετωνυμίας, της μετωνυμίας
- metre in greek - μέτρο
Random words
Metier in greek - Dictionary: english » greek
Translations: εξειδικευμένης αλιευτικής δραστηριότητας, εξειδικευμένη αλιευτική δραστηριότητα, εξειδικευμένων αλιευτικών δραστηριοτήτων, αντίστοιχης εξειδικευμένης αλιευτικής δραστηριότητας
Translations: εξειδικευμένης αλιευτικής δραστηριότητας, εξειδικευμένη αλιευτική δραστηριότητα, εξειδικευμένων αλιευτικών δραστηριοτήτων, αντίστοιχης εξειδικευμένης αλιευτικής δραστηριότητας