Negligibly in greek
Translation: negligibly, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αμελητέα, ασήμαντα, αμελητέο, ανεπαίσθητα
Other Languages
Related words: negligibly
negligibly language dictionary greek, negligibly in greek
Translations
- negligibility in greek - αμελητέου, αμελητέου επιπέδου, μη αμελητέου, αμελητέου επιπέδου που
- negligible in greek - αμελητέος, αμελητέα, αμελητέο, αμελητέες, ασήμαντη
- negotiability in greek - ασήμαντο, διαπραγματευσιμότητα, είναι διαπραγματεύσιμα, διαπραγματεύσιμα, αγοραπωλησίας
- negotiable in greek - διαπραγματεύσιμος, διαπραγματεύσιμα, διαπραγματεύσιμων, διαπραγματεύσιμη, διαπραγματεύσιμες
Random words
Negligibly in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αμελητέα, ασήμαντα, αμελητέο, ανεπαίσθητα
Translations: αμελητέα, ασήμαντα, αμελητέο, ανεπαίσθητα