Obviate in greek
Translation: obviate, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αποφευχθούν, περιττή, αποτρέπουν, αποφυγή, αποτρέψει
Other Languages
Related words: obviate
obdurate, banal, rarefy, definition obviate, ossify, obviate language dictionary greek, obviate in greek
Translations
- obtuseness in greek - αμβλύτης, αμβλύτητα, αμβλύτητας, κουταμάρας, αμβλύνοια
- obverse in greek - όψη, εμπροσθότυπο, εμπρόσθιων, εμπρόσθια, εμπρόσθια όψη
- obviated in greek - εξουδετερώνεται, αποτραπεί, εξαλείφονται, αποφευχθεί, αποτρέπεται
- obviating in greek - προλαμβάνοντας, την αποτροπή, την εξάλειψη των, εξάλειψη των, αποτροπή των
Random words
Obviate in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αποφευχθούν, περιττή, αποτρέπουν, αποφυγή, αποτρέψει
Translations: αποφευχθούν, περιττή, αποτρέπουν, αποφυγή, αποτρέψει