Operatives in greek
Translation: operatives, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
συνεταιρισμοί, συνεταιρισμών, χειριστές, πράκτορες, εργάτες
Other Languages
Related words: operatives
cia operatives, the operatives, operatives language dictionary greek, operatives in greek
Translations
- operative in greek - λειτουργική, γενεσιουργός, γενεσιουργό, λειτουργικές, λειτουργικό
- operatively in greek - λειτουργικά, λειτουργικώς, είναι λειτουργικά, λειτουργική, επέμβαση
- operator in greek - χειριστής
- operators in greek - φορείς, επιχειρηματίες, φορέων, χειριστές, διαχειριστές
Random words
Operatives in greek - Dictionary: english » greek
Translations: συνεταιρισμοί, συνεταιρισμών, χειριστές, πράκτορες, εργάτες
Translations: συνεταιρισμοί, συνεταιρισμών, χειριστές, πράκτορες, εργάτες