Option in greek
Translation: option, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
επιλογή, δυνατότητα, την επιλογή, η επιλογή, επιλογής
Related words
Other Languages
Related words: option
options, stock option, option select, call option, lease option, option language dictionary greek, option in greek
Translations
- optimum in greek - βέλτιστος, βέλτιστη, βέλτιστο, τη βέλτιστη, βέλτιστης
- opting in greek - επιλογή, επιλέγουν, επιλέγοντας, που επιλέγουν, επιλέγει
- optional in greek - προαιρετικός, προαιρετικό, προαιρετική, προαιρετικά, προαιρετικές
- optionally in greek - προαιρετικά, προαιρετικώς, ενδεχομένως, προαιρετικά να, επιλογή
Random words
Option in greek - Dictionary: english » greek
Translations: επιλογή, δυνατότητα, την επιλογή, η επιλογή, επιλογής
Translations: επιλογή, δυνατότητα, την επιλογή, η επιλογή, επιλογής