Outweighs in greek

Translation: outweighs, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
υπερτερεί, υπερισχύει, αντισταθμίζει, υπερτερεί έναντι, είναι μεγαλύτερο
Outweighs in greek
Other Languages

Related words: outweighs

outweighs language dictionary greek, outweighs in greek

Translations

  • outweighed in greek - αντισταθμίζονται, αντισταθμίζεται, υπερκαλύπτονται, αντισταθμιστούν, αντισταθμιστεί
  • outweighing in greek - υπερτερούν, εξουδετέρωνε, οποία υπερτερούν, σημαντικότερες από, τις συνακόλουθες
  • outwit in greek - ξεγελώ, καταστρατηγώ, ξεγελάσει, ξεγελάσετε, να ξεγελάσει
Random words
Outweighs in greek - Dictionary: english » greek
Translations: υπερτερεί, υπερισχύει, αντισταθμίζει, υπερτερεί έναντι, είναι μεγαλύτερο