Overweening in greek
Translation: overweening, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
υπερφίαλος, έπαρση, επηρμένη, αλαζονική
Other Languages
Related words: overweening
overweening definition, overweening language dictionary greek, overweening in greek
Translations
- overvaluing in greek - υπερεκτίμησης, υπερεκτίμησης των, την υπερβολική αποτίμηση, υπερβολική αποτίμηση
- overview in greek - Επισκόπηση, εικόνα, ανασκόπηση, γενική εικόνα, επισκόπησης
- overweigh in greek - αντισταθμίσουν, αντισταθμίζουν, υπερσκελίζουν, αντισταθμίζει, να αντισταθμίζει
- overweight in greek - υπέρβαρος, υπέρβαροι, υπέρβαρα, υπερβολικό βάρος, το υπερβολικό βάρος
Random words
Overweening in greek - Dictionary: english » greek
Translations: υπερφίαλος, έπαρση, επηρμένη, αλαζονική
Translations: υπερφίαλος, έπαρση, επηρμένη, αλαζονική