Probationer in greek
Translation: probationer, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
κατάδικος απολυθείς δοκιμαστικώς, δόκιμος υπάλληλος, δόκιμο υπάλληλο, δόκιμου υπαλλήλου, δόκιμων
Other Languages
Related words: probationer
probationer language dictionary greek, probationer in greek
Translations
- probation in greek - δοκιμασία, δοκιμασίας, δοκιμαστικής, δικαστικής επιτήρησης, περιόδου δοκιμασίας
- probationary in greek - δοκιμασίας, δοκιμαστική, δοκιμαστικής, δόκιμος, δόκιμο
- probative in greek - αποδεικτική, αποδεικτικής, την αποδεικτική, αποδεικτικής ισχύος, αποδεικτικά
- probe in greek - εξετάζω, καθετήρας, εξερευνώ, ανιχνευτή, καθετήρα, ανιχνευτής, ιχνηλάτη
Random words
Probationer in greek - Dictionary: english » greek
Translations: κατάδικος απολυθείς δοκιμαστικώς, δόκιμος υπάλληλος, δόκιμο υπάλληλο, δόκιμου υπαλλήλου, δόκιμων
Translations: κατάδικος απολυθείς δοκιμαστικώς, δόκιμος υπάλληλος, δόκιμο υπάλληλο, δόκιμου υπαλλήλου, δόκιμων