Probity in greek
Translation: probity, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ακεραιότητα, χρηστότητα, εντιμότητα, εντιμότητας, ακεραιότητας
Other Languages
Related words: probity
definition probity, define probity, probity language dictionary greek, probity in greek
Translations
- probes in greek - ανιχνευτές, ανιχνευτών, ιχνηλάτες, διερευνητές, καθετήρες
- probing in greek - εμβάθυνση, ανίχνευση, σχολαστικά, διερευνητικά, διερεύνηση, ανίχνευσης
- problem in greek - πρόβλημα
- problem-free in greek - χωρίς προβλήματα, απρόσκοπτη, απροβλημάτιστη, χωρίς πρόβλημα
Random words
Probity in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ακεραιότητα, χρηστότητα, εντιμότητα, εντιμότητας, ακεραιότητας
Translations: ακεραιότητα, χρηστότητα, εντιμότητα, εντιμότητας, ακεραιότητας