Prohibitionist in greek

Translation: prohibitionist, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
υπέρ της απαγόρευσης μεθυστικών ποτών, απαγορευτικές, τις απαγορευτικές, απαγορευτικού, απαγορευτικής
Prohibitionist in greek
Other Languages

Related words: prohibitionist

the prohibitionist, prohibitionist red dead, prohibitionist language dictionary greek, prohibitionist in greek

Translations

  • prohibiting in greek - απαγορεύει, που απαγορεύει, απαγορεύουσα, της απαγορεύσεως, οποία απαγορεύει
  • prohibition in greek - απαγόρευση
  • prohibitions in greek - απαγορεύσεις, απαγορεύσεων, απαγορεύσεις που, τις απαγορεύσεις, απαγορεύσεων που
  • prohibitive in greek - απαγορευτικός, απαγορευτικό, απαγορευτικά, απαγορευτική, απαγορευτικές
Random words
Prohibitionist in greek - Dictionary: english » greek
Translations: υπέρ της απαγόρευσης μεθυστικών ποτών, απαγορευτικές, τις απαγορευτικές, απαγορευτικού, απαγορευτικής