Ranching in greek
Translation: ranching, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
κτηνοτροφική, κτηνοτροφική επιχείρηση, κτηνοτροφική δραστηριότητα, διεύθυνσης ενός αγροκτήματος
Other Languages
Related words: ranching
cattle ranching, texas ranching, what is ranching, ranching heritage center, farming and ranching, ranching language dictionary greek, ranching in greek
Translations
- ranchers in greek - κτηνοτρόφοι, κτηνοτρόφους, οι κτηνοτρόφοι, κτηματίες
- ranches in greek - αγροκτήματα, αγροκτημάτων, ράντσα, τα αγροκτήματα
- rancid in greek - ταγγός, ταγγίσει, ταγγίσουν, ταγγής, ταγγό
- rancidity in greek - ταγγάδα, τσαγγάδα, τάγγιση, τάγγισμα, τάγγισμα των
Random words
Ranching in greek - Dictionary: english » greek
Translations: κτηνοτροφική, κτηνοτροφική επιχείρηση, κτηνοτροφική δραστηριότητα, διεύθυνσης ενός αγροκτήματος
Translations: κτηνοτροφική, κτηνοτροφική επιχείρηση, κτηνοτροφική δραστηριότητα, διεύθυνσης ενός αγροκτήματος