Re-utilize in greek
Translation: re-utilize, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
επαναχρησιμοποιεί, επαχρησιμοποιήσεως, αναχρησιμοποιεί, να επαναχρησιμοποιεί, επαναχρησιμοποίηση
Other Languages
Related words: re-utilize
re-utilize language dictionary greek, re-utilize in greek
Translations
- re-read in greek - ξαναδιάβασε, επαναληπτικής ανάγνωσης, της επαναληπτικής ανάγνωσης, παράγοντα επαναληπτικής ανάγνωσης
- re-sort in greek - re, εκ νέου, νέου, περαιτέρω, νέα
- reabsorb in greek - απορροφώ πάλι, απορροφήσει εκ νέου, απορροφήσουν ξανά, απορροφεί εκ νέου, απορροφούν εκ νέου
- reabsorbing in greek - επανααπορρόφηση, επαναπασχόληση, την επανααπορρόφηση
Random words
Re-utilize in greek - Dictionary: english » greek
Translations: επαναχρησιμοποιεί, επαχρησιμοποιήσεως, αναχρησιμοποιεί, να επαναχρησιμοποιεί, επαναχρησιμοποίηση
Translations: επαναχρησιμοποιεί, επαχρησιμοποιήσεως, αναχρησιμοποιεί, να επαναχρησιμοποιεί, επαναχρησιμοποίηση