Readjust in greek
Translation: readjust, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αναπροσαρμόζομαι, αναπροσαρμόσουμε, αναπροσαρμογής, αναπροσαρμόζει, αναπροσαρμογή, αναπροσαρμόσει
Related words
Other Languages
Related words: readjust
readjust language dictionary greek, readjust in greek
Translations
- reading-room in greek - αναγνωστήριο, Αναγνωστηρίου από τους χρήστες, Αναγνωστήριο της Ψηφιακής Βιβλιοθήκης, Αναγνωστηρίου από
- readings in greek - αναγνώσεις, ενδείξεις, μετρήσεις, ανάγνωση, ενδείξεων
- readjusted in greek - αναπροσαρμόζονται, αναπροσαρμόζεται, αναπροσαρμοστεί, επαναρυθμίζεται, αναπροσαρμοσθεί
- readjusting in greek - αναπροσαρμόζοντας, αναπροσαρμογή, αναπροσαρμογής, την αναπροσαρμογή, αυξομείωση
Random words
Readjust in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αναπροσαρμόζομαι, αναπροσαρμόσουμε, αναπροσαρμογής, αναπροσαρμόζει, αναπροσαρμογή, αναπροσαρμόσει
Translations: αναπροσαρμόζομαι, αναπροσαρμόσουμε, αναπροσαρμογής, αναπροσαρμόζει, αναπροσαρμογή, αναπροσαρμόσει