Realised in greek
Translation: realised, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
συνειδητοποίησε, συνειδητοποίησα, συνειδητοποίησαν, συνειδητοποιήσει, πραγματοποιήθηκε
Other Languages
Related words: realised
realised realized, realized, i realised, realized or realised, realised definition, realised language dictionary greek, realised in greek
Translations
- realisation in greek - πραγματοποίηση, υλοποίηση, υλοποίησης, συνειδητοποίηση, πραγμάτωση
- realise in greek - αντιλαμβάνομαι, συνειδητοποιούν, συνειδητοποιήσουμε, συνειδητοποιήσουν, συνειδητοποιήσει
- realism in greek - ρεαλισμός
- realist in greek - ρεαλιστής, πραγματιστής, ρεαλιστική, ρεαλιστή, ρεαλιστικής
Random words
Realised in greek - Dictionary: english » greek
Translations: συνειδητοποίησε, συνειδητοποίησα, συνειδητοποίησαν, συνειδητοποιήσει, πραγματοποιήθηκε
Translations: συνειδητοποίησε, συνειδητοποίησα, συνειδητοποίησαν, συνειδητοποιήσει, πραγματοποιήθηκε