Recreated in greek
Translation: recreated, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ανασυνταχθεί, αναδημιουργείται, αναδημιουργηθεί, αναδημιουργούνται, αναδημιούργησε
Other Languages
Related words: recreated
photos recreated, childhood photos recreated, recreated family photos, pictures recreated, recreated language dictionary greek, recreated in greek
Translations
- recreant in greek - προδότης, άπιστος, άνανδρος
- recreate in greek - αναδημιουργώ, αναπαριστώ, αναδημιουργήσει, αναδημιουργήσουν, ξαναδημιουργήσετε, δημιουργήσετε ξανά, να αναδημιουργήσει
- recreates in greek - αναδημιουργεί, αναπλάθει, αναπαριστά, ανασυνθέτει, επαναδημιουργεί
- recreating in greek - αναδημιουργία, ξαναχτίσιμο
Random words
Recreated in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ανασυνταχθεί, αναδημιουργείται, αναδημιουργηθεί, αναδημιουργούνται, αναδημιούργησε
Translations: ανασυνταχθεί, αναδημιουργείται, αναδημιουργηθεί, αναδημιουργούνται, αναδημιούργησε