Reformulated in greek

Translation: reformulated, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αναδιατυπώθηκε, αναδιατυπωθεί, αναδιατύπωσε, αναδιατυπώνονται, αναδιατυπώθηκαν
Reformulated in greek
Other Languages

Related words: reformulated

reformulated gasoline, reformulated language dictionary greek, reformulated in greek

Translations

  • reforms in greek - μεταρρυθμίσεις, μεταρρυθμίσεων, οι μεταρρυθμίσεις, μεταρρυθμίσεις που, τις μεταρρυθμίσεις
  • reformulate in greek - αναδιατυπώσει, επαναδιατυπώσει, να αναδιατυπώσει, αναδιατυπωθεί, αναδιατυπώσουν
  • reformulating in greek - αναδιάταξης, ανασύνθεσης, ανασύνθεσης του
  • refract in greek - διαθλώ, μεταστρέφω, διαθλάσει, διαθλούν, διαθλούν το
Random words
Reformulated in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αναδιατυπώθηκε, αναδιατυπωθεί, αναδιατύπωσε, αναδιατυπώνονται, αναδιατυπώθηκαν