Regimented in greek
Translation: regimented, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
πειθαρχημένο, καθεστωτική, πειθαρχημένη, στρατιωτικοποιημένο
Other Languages
Related words: regimented
regimented definition, regimented language dictionary greek, regimented in greek
Translations
- regimentation in greek - αυστηρός έλεγχος, συνταγματικότητα, αυστηρός, στη συνταγματικότητα, σε αυστηρούς κανονισμούς
- regiments in greek - συντάγματα, συνταγμάτων, τα συντάγματα, τάγματα
- regimes in greek - καθεστώτα, καθεστώτων, συστήματα, συστημάτων, τα καθεστώτα
Random words
Regimented in greek - Dictionary: english » greek
Translations: πειθαρχημένο, καθεστωτική, πειθαρχημένη, στρατιωτικοποιημένο
Translations: πειθαρχημένο, καθεστωτική, πειθαρχημένη, στρατιωτικοποιημένο