Relinquishing in greek
Translation: relinquishing, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
απολέσει, να παραιτηθεί, παραιτείται, παραιτείται από, την παραίτηση
Other Languages
Related words: relinquishing
relinquishing parental rights, relinquishing of rights, relinquishing language dictionary greek, relinquishing in greek
Translations
- relinquish in greek - παραιτηθεί, να παραιτηθεί, παραιτηθεί από, εγκαταλείψει, παραιτηθούν
- relinquished in greek - παραιτηθεί, παραιτήθηκαν, παραιτήθηκε, παραιτηθεί από, εγκατέλειψε
- relinquishment in greek - παραίτηση, εγκατάλειψης, εγκατάλειψη, παραίτησης, παραιτήσεως
- reliquary in greek - λειψανοθήκη
Random words
Relinquishing in greek - Dictionary: english » greek
Translations: απολέσει, να παραιτηθεί, παραιτείται, παραιτείται από, την παραίτηση
Translations: απολέσει, να παραιτηθεί, παραιτείται, παραιτείται από, την παραίτηση