Remonstrated in greek
Translation: remonstrated, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
διαμαρτυρήθηκε, καταλογίζουμε, καταλογίζουμε στη, το καταλογίζουμε
Other Languages
Related words: remonstrated
remonstrated language dictionary greek, remonstrated in greek
Translations
- remonstrant in greek - παραστατικός, ελεγκτικός
- remonstrate in greek - διαμαρτύρομαι, παράστασής, συμβουλεύω εναντίον, να διαμαρτύρομαι
Random words
Remonstrated in greek - Dictionary: english » greek
Translations: διαμαρτυρήθηκε, καταλογίζουμε, καταλογίζουμε στη, το καταλογίζουμε
Translations: διαμαρτυρήθηκε, καταλογίζουμε, καταλογίζουμε στη, το καταλογίζουμε