Renegotiate in greek
Translation: renegotiate, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
επαναδιαπραγματευτούμε, επαναδιαπραγματευτεί, επαναδιαπραγματευθούν, επαναδιαπραγματευθεί, επαναδιαπραγματευτούν
Other Languages
Related words: renegotiate
renegotiate mortgage, renegotiate salary, renegotiate language dictionary greek, renegotiate in greek
Translations
- renegades in greek - αποστάτες, τους αποστάτες, τους αποστάτες την, αποστάτες την
- reneging in greek - υπαναχωρεί, υπαναχωρεί από, υπαναχώρηση, πάντως υπαναχώρηση, υπαναχωρήσει
- renegotiation in greek - επαναδιαπραγμάτευση, επαναδιαπραγμάτευσης, αναδιαπραγμάτευση, αναδιαπραγμάτευσης, την επαναδιαπραγμάτευση
Random words
Renegotiate in greek - Dictionary: english » greek
Translations: επαναδιαπραγματευτούμε, επαναδιαπραγματευτεί, επαναδιαπραγματευθούν, επαναδιαπραγματευθεί, επαναδιαπραγματευτούν
Translations: επαναδιαπραγματευτούμε, επαναδιαπραγματευτεί, επαναδιαπραγματευθούν, επαναδιαπραγματευθεί, επαναδιαπραγματευτούν