Renounce in greek
Translation: renounce, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αποκηρύσσω, εγκαταλείπω, αποποιούμαι, αποκηρύξουν, αποκηρύξει, να αποκηρύξει, παραιτηθεί από, παραιτηθούν από
Other Languages
Related words: renounce
renounce citizenship, to renounce, renounce us citizenship, definition renounce, define renounce, renounce language dictionary greek, renounce in greek
Translations
- rennet-stomach in greek - πυτιά, πυτιάς, πυτίας, πυτία, η πυτιά
- rennin in greek - ρεννίνη, ρεννίνης, ρηννίνη, ρενίνης
- renounced in greek - αποποιήθηκαν, παραιτηθεί, αποποιηθεί, αποποίησης, παραιτήθηκε από
- renouncement in greek - αποκήρυξη, παραίτηση, αποποίησης, απάρνηση, αποκήρυξης
Random words
Renounce in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αποκηρύσσω, εγκαταλείπω, αποποιούμαι, αποκηρύξουν, αποκηρύξει, να αποκηρύξει, παραιτηθεί από, παραιτηθούν από
Translations: αποκηρύσσω, εγκαταλείπω, αποποιούμαι, αποκηρύξουν, αποκηρύξει, να αποκηρύξει, παραιτηθεί από, παραιτηθούν από