Repopulating in greek
Translation: repopulating, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αποκατάστασης του πληθυσμού, της Πληθυσμιακής, Πληθυσμιακής, της Πληθυσμιακής Ανάπτυξης, Πληθυσμιακής Ανάπτυξης
Other Languages
Related words: repopulating
repopulating language dictionary greek, repopulating in greek
Translations
- repopulated in greek - Ξανακατοικήθηκε, επανακατοικηθεί, ανασυσταθείσες, έγινε ανασύσταση, επανακατοικήθηκε
- repopulates in greek - συμπληρώνει ξανά
- reportable in greek - Αναφερόμενη, προς παρουσίαση, ανακοινώσιμων, Ανακοινώσιμο, προς πληροφόρηση
Random words
Repopulating in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αποκατάστασης του πληθυσμού, της Πληθυσμιακής, Πληθυσμιακής, της Πληθυσμιακής Ανάπτυξης, Πληθυσμιακής Ανάπτυξης
Translations: αποκατάστασης του πληθυσμού, της Πληθυσμιακής, Πληθυσμιακής, της Πληθυσμιακής Ανάπτυξης, Πληθυσμιακής Ανάπτυξης