Reservedly in greek
Translation: reservedly, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
επιφυλακτικώς, συγκρατημένα, είναι συγκρατημένα, επιφυλακτική, να είναι συγκρατημένα
Other Languages
Related words: reservedly
reservedly language dictionary greek, reservedly in greek
Translations
- reserve in greek - παρακρατώ, παρακαταθήκη, εφεδρικός, εφεδρεία
- reserved in greek - επιφυλακτικός, κρατημένος, διατηρούνται, επιφυλάχθηκε, επιφυλάσσεται, προορίζεται, Με επιφύλαξη
- reserves in greek - αποθεματικά, αποθεματικών, αποθέματα, αποθεμάτων, διατηρεί
- reserving in greek - κράτηση, επιφυλάσσοντας, επιφυλάσσει, διατηρώντας, που επιφυλάσσει
Random words
Reservedly in greek - Dictionary: english » greek
Translations: επιφυλακτικώς, συγκρατημένα, είναι συγκρατημένα, επιφυλακτική, να είναι συγκρατημένα
Translations: επιφυλακτικώς, συγκρατημένα, είναι συγκρατημένα, επιφυλακτική, να είναι συγκρατημένα