Retrial in greek
Translation: retrial, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
νέα δίκη, δικαστεί εκ νέου, επανεκδίκαση, να δικαστεί εκ νέου, επανάληψη της διαδικασίας
Other Languages
Related words: retrial
knox retrial, amanda knox retrial, arias retrial, jodi arias retrial, jason young retrial, retrial language dictionary greek, retrial in greek
Translations
- retrenchment in greek - περισυλλογή, περιστολής, περικοπών, λιτότητας, λιτότητα
- retrenchments in greek - περικοπές, οι περικοπές, οι περιορισμοί, περιορισμός αυτός, περικοπές είχαν
- retribution in greek - εκδίκηση, τιμωρία, ανταπόδοση, αντίποινα, τιμωρίας, ανταπόδοσης
Random words
Retrial in greek - Dictionary: english » greek
Translations: νέα δίκη, δικαστεί εκ νέου, επανεκδίκαση, να δικαστεί εκ νέου, επανάληψη της διαδικασίας
Translations: νέα δίκη, δικαστεί εκ νέου, επανεκδίκαση, να δικαστεί εκ νέου, επανάληψη της διαδικασίας