Rowed in greek
Translation: rowed, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
κωπηλατήθηκαν, κωπηλατήσαμε, κωπηλάτησε, κωπηλατούσαν
Other Languages
Related words: rowed
rowed across atlantic, rowed language dictionary greek, rowed in greek
Translations
- rowdy in greek - ταραχώδης, εριστικός, νταής, θορυβώδες, και θορυβώδες, θωρυβώδες
- rowdy's in greek - θορυβώδες, θορυβώδη, θορυβώδεις, εριστικός, και θορυβώδες
- rowel in greek - οδοντωτός, τροχίσκος
- rower in greek - κωπηλάτης, κωπηλάτη, κωπηλάτρια, η κωπηλάτης, κωπηλατικό μηχάνημα με
Random words
Rowed in greek - Dictionary: english » greek
Translations: κωπηλατήθηκαν, κωπηλατήσαμε, κωπηλάτησε, κωπηλατούσαν
Translations: κωπηλατήθηκαν, κωπηλατήσαμε, κωπηλάτησε, κωπηλατούσαν