Salinity in greek
Translation: salinity, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αλμυρότητα, αλατότητα, αλατότητας, η αλατότητα, περιεκτικότητα σε αλάτι
Other Languages
Related words: salinity
water salinity, ocean salinity, salinity of water, what is salinity, salinity of ocean, salinity language dictionary greek, salinity in greek
Translations
- saline in greek - αλατούχος, αλμυρός, φυσιολογικό ορό, φυσιολογικού ορού, αλατούχο, αλατούχο διάλυμα, αλατούχου
- salivary in greek - σιελογόνος, σιελογόνων, σιελογόνους, σιελογόνου, σιελογόνο
Random words
Salinity in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αλμυρότητα, αλατότητα, αλατότητας, η αλατότητα, περιεκτικότητα σε αλάτι
Translations: αλμυρότητα, αλατότητα, αλατότητας, η αλατότητα, περιεκτικότητα σε αλάτι