Satrapy in greek

Translation: satrapy, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
σατραπεία, σατραπείας, τη σατραπεία, σατραπεία του, σατραπείας της
Satrapy in greek
Other Languages

Related words: satrapy

satrapy language dictionary greek, satrapy in greek

Translations

  • satisfyingly in greek - ικανοποιητικώς, ικανοποιητικά, ικανοποιηηική, Απολαυστικά
  • satrap in greek - σατράπης, σατράπη, το σατράπη
  • saturate in greek - μουσκεύω, διαβρέχω, κορεσμό, κορεστεί, τον κορεσμό, κορεσθούν
  • saturated in greek - κορεσμένο, κορεσμένου, κορεσμένα, κορεσμένη, κεκορεσμένο
Random words
Satrapy in greek - Dictionary: english » greek
Translations: σατραπεία, σατραπείας, τη σατραπεία, σατραπεία του, σατραπείας της