Scarcities in greek
Translation: scarcities, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ελλείψεις σε, στενότητες, τις στενότητες, καταστάσεων λειψυδρίας, λειψυδρίας ·
Other Languages
Related words: scarcities
scarcities language dictionary greek, scarcities in greek
Translations
- scarceness in greek - σπανιότητα, σπανιότητας, σπανιότητα αυτή, σπανιότης
- scarcer in greek - λιγοστεύουν, σπανιότεροι, σπανιότερο, και σπανιότεροι, δυσεύρετο
- scarcity in greek - σπανιότητα, έλλειψη, έλλειψης, ανεπάρκεια, σπανιότητας
- scare in greek - τρομάζω, εκφοβίζω, φόβος, τρομάξει, τρόμου, εκφοβισμού, πανικό
Random words
Scarcities in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ελλείψεις σε, στενότητες, τις στενότητες, καταστάσεων λειψυδρίας, λειψυδρίας ·
Translations: ελλείψεις σε, στενότητες, τις στενότητες, καταστάσεων λειψυδρίας, λειψυδρίας ·