Self-hardening in greek
Translation: self-hardening, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αυτο-, μη
Other Languages
Related words: self-hardening
self-hardening language dictionary greek, self-hardening in greek
Translations
- self-government in greek - αυτοδιοίκηση, αυτοδιοίκησης, αυτονομίας, αυτοκυβέρνησης, αυτοκυβέρνηση
- self-gratification in greek - αυτο-ικανοποίηση, αυταρέσκεια, την αυταρέσκεια, αυτοϊκανοποίηση, από την αυταρέσκεια
- self-healing in greek - αυτο-ίασης, αυτοθεραπεία, αυτοθεραπευόμενο
- self-help in greek - αυτοβοήθεια, αυτοβοήθειας, της αυτοβοήθειας, την αυτοβοήθεια
Random words
Self-hardening in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αυτο-, μη
Translations: αυτο-, μη