Self-satisfaction in greek

Translation: self-satisfaction, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αυταρέσκεια, αυτοϊκανοποίηση, αυτοϊκανοποίησης
Self-satisfaction in greek
Other Languages

Related words: self-satisfaction

self-satisfaction language dictionary greek, self-satisfaction in greek

Translations

  • self-sacrifice in greek - αυτοθυσία, αυτοθυσίας, την αυτοθυσία, η αυτοθυσία, της αυτοθυσίας
  • self-sacrificing in greek - αυτοθυσιαζόμενος, αυτοθυσιαστεί, αυτοθυσιαζόμενη, αυτοθυσία
  • self-satisfied in greek - αυτάρεσκος, αυτάρεσκη, αυτάρεσκων, αυτοαποκαλούμενης
  • self-seeding in greek - αυτο-σπορά, αυτοσποριασμού
Random words
Self-satisfaction in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αυταρέσκεια, αυτοϊκανοποίηση, αυτοϊκανοποίησης