Sensitization in greek

Translation: sensitization, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ευαισθητοποίηση, ευαισθητοποίησης, την ευαισθητοποίηση, ευαισθητοποίηση του, ευαισθητοποίηση σε
Sensitization in greek
Other Languages

Related words: sensitization

central sensitization, rh sensitization, what is sensitization, sensitization definition, pain sensitization, sensitization language dictionary greek, sensitization in greek

Translations

  • sensitivities in greek - ευαισθησίες, ευαισθησιών, ευαισθησία, τις ευαισθησίες, ευαισθησίας
  • sensitivity in greek - ευαισθησία, ευαισθησίας, την ευαισθησία, της ευαισθησίας, η ευαισθησία
  • sensitize in greek - ευαισθητοποιήσει, ευαισθητοποιούν, ευαισθητοποιήσουν, ευαισθητοποιήσουμε, ευαισθητοποιήσει τους
  • sensitizer in greek - ευαισθητοποιητής, ευαισθητοποιητή, ευαισθητοποιητές, ευαισθητοποιός, ευαισθητοποιητής του
Random words
Sensitization in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ευαισθητοποίηση, ευαισθητοποίησης, την ευαισθητοποίηση, ευαισθητοποίηση του, ευαισθητοποίηση σε