Shockproof in greek

Translation: shockproof, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
απορροφά τους κραδασμούς, που απορροφά τους κραδασμούς, προστατευόμενο από τους κραδασμούς, προστατευόμενη από τους κραδασμούς
Shockproof in greek
Other Languages

Related words: shockproof

shockproof case, shockproof camera, iphone shockproof case, waterproof camera, shockproof waterproof camera, shockproof language dictionary greek, shockproof in greek

Translations

  • shocking in greek - συγκλονιστικός, συγκλονιστικό, συγκλονιστική, συγκλονιστικά, συγκλονιστικές
  • shockingly in greek - σοκαριστικά, σκανδαλωδώς, συγκλονιστικά, τρομακτικά
  • shocks in greek - σοκ, κραδασμούς, κλυδωνισμούς, κρίσεις, πλήγματα
  • shod in greek - παπουτσωμένος, φορών υποδήματα
Random words
Shockproof in greek - Dictionary: english » greek
Translations: απορροφά τους κραδασμούς, που απορροφά τους κραδασμούς, προστατευόμενο από τους κραδασμούς, προστατευόμενη από τους κραδασμούς