Solidifies in greek
Translation: solidifies, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
στερεοποιείται, στερεοποιηθεί, να στερεοποιηθεί, στερεοποιηθεί το, να στερεοποιείται
Other Languages
Related words: solidifies
solidifies language dictionary greek, solidifies in greek
Translations
- solidification in greek - στερεοποίηση, στερεοποίησης, στερεοποιήσεως, τη στερεοποίηση, την στερεοποίηση
- solidified in greek - στερεοποιημένα, στερεοποιηθεί, σταθεροποίησε, στερεοποιείται, στερεοποιήθηκε
- solidify in greek - στερεοποιηθεί, στερεοποιείται, στερεοποιούνται, σταθεροποιήσει, στερεοποίηση
- solidifying in greek - στερεοποιητικό, στερεοποιητικός, στερεοποιήσεώς, στερεοποίηση του, στερεοποιούμενος
Random words
Solidifies in greek - Dictionary: english » greek
Translations: στερεοποιείται, στερεοποιηθεί, να στερεοποιηθεί, στερεοποιηθεί το, να στερεοποιείται
Translations: στερεοποιείται, στερεοποιηθεί, να στερεοποιηθεί, στερεοποιηθεί το, να στερεοποιείται