Subjecting in greek
Translation: subjecting, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
της υποβολής του, την υποβολή του, υποβολή του, υποβολής του, υποβάλλεται το
Other Languages
Related words: subjecting
subjecting language dictionary greek, subjecting in greek
Translations
- subject-matter in greek - αντικείμενο, αντικειμένου, το αντικείμενο, αντικείμενό
- subjected in greek - υποβάλλεται, υποβάλλονται, υποβληθεί, υπόκεινται, υπόκειται
- subjection in greek - υποταγή, υποβολή, υποταγής, την υποταγή, η υπαγωγή
- subjections in greek - υποβολές, υποβολές ή
Random words
Subjecting in greek - Dictionary: english » greek
Translations: της υποβολής του, την υποβολή του, υποβολή του, υποβολής του, υποβάλλεται το
Translations: της υποβολής του, την υποβολή του, υποβολή του, υποβολής του, υποβάλλεται το