Tellingly in greek
Translation: tellingly, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
καταφανή, Είναι χαρακτηριστικό, αφοπλιστικά, εντυπωσιακό είναι
Other Languages
Related words: tellingly
tellingly language dictionary greek, tellingly in greek
Translations
- telling in greek - λέγοντάς, λέει, αφήγηση, λέγοντας, λένε
- telling-off in greek - αφήγηση, αποκαλυπτικό, αφήγησης, λέει, λέγοντας
- tells in greek - λέει, αφηγείται, ενημερώνει, πει, αναφέρει
- telltale in greek - καταδοτικός, μαρτυριάρης, καταδότης, σπερμολόγος, αποκαλυπτικά
Random words
Tellingly in greek - Dictionary: english » greek
Translations: καταφανή, Είναι χαρακτηριστικό, αφοπλιστικά, εντυπωσιακό είναι
Translations: καταφανή, Είναι χαρακτηριστικό, αφοπλιστικά, εντυπωσιακό είναι