Toughly in greek

Translation: toughly, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αυστηρότητα, με αυστηρότητα, αγοράς με αυστηρότητα, της αγοράς με αυστηρότητα
Toughly in greek
Other Languages

Related words: toughly

toughly language dictionary greek, toughly in greek

Translations

  • toughing in greek - βγάζει δύσκολα πέρα, υιοθέτηση σκληρής στάσης, υιοθέτηση σκληρής στάσης απέναντί, δύσκολα πέρα
  • toughness in greek - σκληρότητα, ανθεκτικότητα, αντοχή, σκληρότητας, αντοχής
Random words
Toughly in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αυστηρότητα, με αυστηρότητα, αγοράς με αυστηρότητα, της αγοράς με αυστηρότητα