Trafficked in greek
Translation: trafficked, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
διακινούνται, σωματεμπορίας, θύματα εμπορίας, εμπορίας, διακίνησης
Other Languages
Related words: trafficked
trafficked women, trafficked children, trafficked girls, most trafficked websites, trafficked definition, trafficked language dictionary greek, trafficked in greek
Translations
- traffic-circle in greek - κυκλοφορίας, κυκλοφορία, λόγω κυκλοφορίας, της κυκλοφορίας, οδική κυκλοφορία
- traffic-light in greek - κυκλοφορίας, κίνηση, κυκλοφορία, της κυκλοφορίας, κίνησης
- trafficker in greek - μαυραγορίτης, εμπορευόμενος, διακινητή, διακινητής, σωματέμπορο
- trafficking in greek - διακίνησης, εμπορίας, της εμπορίας, της διακίνησης, παράνομης διακίνησης
Random words
Trafficked in greek - Dictionary: english » greek
Translations: διακινούνται, σωματεμπορίας, θύματα εμπορίας, εμπορίας, διακίνησης
Translations: διακινούνται, σωματεμπορίας, θύματα εμπορίας, εμπορίας, διακίνησης