Trusteeship in greek

Translation: trusteeship, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
κηδεμονία, κηδεμονίας, καταπιστευματική, καταπιστευματική διαχείριση, την κηδεμονία
Trusteeship in greek
Other Languages

Related words: trusteeship

trusteeship council, the trusteeship, the trusteeship council, un trusteeship council, trusteeship language dictionary greek, trusteeship in greek

Translations

  • trustee in greek - θεματοφύλακας, διαχειριστής, επιμελητής, επίτροπος, διαχειριστή, εντολοδόχου
  • trustees in greek - διαχειριστές, διαχειριστών, θεματοφύλακες, εμπιστευματοδόχους
  • trustful in greek - πλήρης εμπιστοσύνης, εμπιστοσύνης, αξιόπιστο, πλήρεις εμπιστοσύνης, ενισχύσουν την εμπιστοσύνη
  • trustfully in greek - με εμπιστοσύνη
Random words
Trusteeship in greek - Dictionary: english » greek
Translations: κηδεμονία, κηδεμονίας, καταπιστευματική, καταπιστευματική διαχείριση, την κηδεμονία