Typify in greek

Translation: typify, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
χαρακτηρίζω, απεικονίζω, συμβολίζω, τυποποίηση, χαρακτηρίζουν
Typify in greek
Other Languages

Related words: typify

typify definition, typify language dictionary greek, typify in greek

Translations

  • typified in greek - χαρακτηρίζεται, χαρακτηρίζονται, τυποποιούνται, τυποποιείται, χαρακτηρίζονται από το γεγονός
  • typifies in greek - τυποποιεί, χαρακτηρίζει, χαρακτηρίζει την, χαρακτηριστικό παράδειγμα, ενδεικτικό των
  • typifying in greek - που χαρακτηρίζουν, χαρακτηρίζουν, που συμβόλιζε την, καθορίζεται ο τρόπος που, οποία καθορίζεται ο τρόπος
  • typing in greek - πληκτρολόγηση, πληκτρολογώντας, δακτυλογράφηση, πληκτρολόγησης, δακτυλογράφησης
Random words
Typify in greek - Dictionary: english » greek
Translations: χαρακτηρίζω, απεικονίζω, συμβολίζω, τυποποίηση, χαρακτηρίζουν