Unmoved in greek
Translation: unmoved, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ασυγκίνητος, ασυγκίνητο, ασυγκίνητοι, ασυγκίνητους, ασυγκίνητος μπροστά
Other Languages
Related words: unmoved
unmoved mover, the unmoved mover, unmoved mover aristotle, unmoved language dictionary greek, unmoved in greek
Translations
- unmotivated in greek - χωρίς κίνητρα, έχουν κίνητρα, έλλειψη κινήτρου, χωρίς κίνητρο
- unmovable in greek - ασηκωτος, μετακινήσημα, χωρίς δυνατότητα μετακίνησης, μη μετακινήσημα
- unmoving in greek - ακίνητος, ακίνητη, ακίνητες, ΚΑΤΣΕΛΗΣ έχει σαν αδιαπραγμάτευτη
- unmusical in greek - άμουσος, άμουση
Random words
Unmoved in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ασυγκίνητος, ασυγκίνητο, ασυγκίνητοι, ασυγκίνητους, ασυγκίνητος μπροστά
Translations: ασυγκίνητος, ασυγκίνητο, ασυγκίνητοι, ασυγκίνητους, ασυγκίνητος μπροστά