Urging in greek
Translation: urging, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
προτρέποντας, προτρέπει, καλώντας, παροτρύνει, ζητώντας
Other Languages
Related words: urging
urging care, urging language dictionary greek, urging in greek
Translations
- urgently in greek - επειγόντως, επείγουσα, κατεπειγόντως, άμεσα, επιτακτική
- urges in greek - ορμές, παρορμήσεις, προτρέπει, ωθήσεις, καλεί επειγόντως
- urgings in greek - παροτρύνσεις, τις παροτρύνσεις, εκκλήσεις, προτροπές, ωθήσεις
- uric in greek - ουρικό, ουρικού, του ουρικού, το ουρικό
Random words
Urging in greek - Dictionary: english » greek
Translations: προτρέποντας, προτρέπει, καλώντας, παροτρύνει, ζητώντας
Translations: προτρέποντας, προτρέπει, καλώντας, παροτρύνει, ζητώντας