Utilize in greek

Translation: utilize, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
χρησιμοποιούν, χρησιμοποιήσουν, χρησιμοποιήσει, αξιοποιήσει, χρησιμοποιεί
Utilize in greek
Other Languages

Related words: utilize

what is utilize, use utilize, what does utilize, definition utilize, utilize it, utilize language dictionary greek, utilize in greek

Translations

  • utilization in greek - χρησιμοποίηση, χρησιμοποίησης, αξιοποίηση, χρησιμοποίηση της, τη χρησιμοποίηση
  • utilizations in greek - χρήσεων, των χρήσεων, χρησιμότητες
  • utilized in greek - χρησιμοποιηθεί, χρησιμοποιούνται, χρησιμοποιείται, χρησιμοποιηθούν, που χρησιμοποιούνται
  • utilizes in greek - χρησιμοποιεί, αξιοποιεί, χρησιμοποιεί την
Random words
Utilize in greek - Dictionary: english » greek
Translations: χρησιμοποιούν, χρησιμοποιήσουν, χρησιμοποιήσει, αξιοποιήσει, χρησιμοποιεί