Volatilization in greek
Translation: volatilization, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
εξαέρωση, πτητικοποίηση, πτητικότητα, πτητικότητας, πτητικοποίησης
Other Languages
Related words: volatilization
volatilization language dictionary greek, volatilization in greek
Translations
- volatile in greek - πτητικός
- volatility in greek - μεταβλητότητα, μεταβλητότητας, πτητικότητα, αστάθεια των, αστάθειας των
- volatilize in greek - εξαερούμαι, εξαερώ, εξατμίζω, εξατμίζομαι, πτητικοποιεί
- volatilized in greek - εξαερωμένες, εξατμιζόμενοι, εξαχνώνονται, πτητικοποιημένα, πτητικοποιείται
Random words
Volatilization in greek - Dictionary: english » greek
Translations: εξαέρωση, πτητικοποίηση, πτητικότητα, πτητικότητας, πτητικοποίησης
Translations: εξαέρωση, πτητικοποίηση, πτητικότητα, πτητικότητας, πτητικοποίησης