Wildernesses in greek
Translation: wildernesses, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
άγριας φυσικής ομορφιάς, τοποθεσίες άγριας φυσικής ομορφιάς, άγριας φυσικής ομορφιάς στην, άγριας φυσικής
Other Languages
Related words: wildernesses
wildernesses language dictionary greek, wildernesses in greek
Translations
- wilder in greek - Wilder, Γουάιλντερ, πιο άγρια, Ουάιλντερ, άγριες
- wilderness in greek - έρημος, ερημιά, έρημο, άγριας φύσης, ερήμω, αγριότητα
- wildest in greek - πιο τρελά, τα πιο τρελά, πιο άγρια, πιό άγρια, πιο τρελές
- wildfire in greek - πυρκαγιά, φωτιά, πυρκαγιών, δασικών πυρκαγιών
Random words
Wildernesses in greek - Dictionary: english » greek
Translations: άγριας φυσικής ομορφιάς, τοποθεσίες άγριας φυσικής ομορφιάς, άγριας φυσικής ομορφιάς στην, άγριας φυσικής
Translations: άγριας φυσικής ομορφιάς, τοποθεσίες άγριας φυσικής ομορφιάς, άγριας φυσικής ομορφιάς στην, άγριας φυσικής