Work-out in greek
Translation: work-out, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ασκηθείτε, ασκηθούν, να ασκηθείτε, αντιμετώπισης προβλημάτων
Other Languages
Related words: work-out
work-out language dictionary greek, work-out in greek
Translations
- work in greek - εργάζομαι, δουλειά, εργασία, δουλεύω
- work-around in greek - επιλύσετε, επιλύσετε αυτό, προσωρινή λύση, τρόπος παράκαμψής
- work-shy in greek - εργασία, έργο, εργασίας, εργασίες, εργασιών
- workability in greek - εργασιμότητα, λειτουργικότητα, εργασιμότητας, λειτουργικότητας, κατεργασιμότητα
Random words
Work-out in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ασκηθείτε, ασκηθούν, να ασκηθείτε, αντιμετώπισης προβλημάτων
Translations: ασκηθείτε, ασκηθούν, να ασκηθείτε, αντιμετώπισης προβλημάτων