Wrung in greek
Translation: wrung, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
στυμμένο, στραγγισμένο, συστρέφεται, έχετε στύψει, και έχετε στύψει
Other Languages
Related words: wrung
wrung out, wrung definition, wrung language dictionary greek, wrung in greek
Translations
- wroth in greek - μαινόμενος, οργίστηκε ενάντια, οργισμένος, οργισθή εναντίον, ήμουν οργισμένος
- wrought in greek - σφυρήλατο, από σφυρήλατο, κατεργασμένα, σφυρήλατα, που προκάλεσε
- wry in greek - ειρωνικός, στραβός, ειρωνικό, στριμμένη, πικρόχολη
- wryly in greek - πικρόχολα, σαρκαστικά, ειρωνικά, χαιρέκακα
Random words
Wrung in greek - Dictionary: english » greek
Translations: στυμμένο, στραγγισμένο, συστρέφεται, έχετε στύψει, και έχετε στύψει
Translations: στυμμένο, στραγγισμένο, συστρέφεται, έχετε στύψει, και έχετε στύψει